Τα συγκεκριμένα αντανακλαστικά γίνονται πλέον πάρα πολύ έντονα, ενώ είναι πιθανό να συνοδεύονται από κλώνο. Συγχρόνως, ορισμένοι μύες είναι αδύναμοι, εξαιτίας της ελαττωμένης νευρωνικής δραστηριόποίησης.
Ως αποτέλεσμα, η κίνηση καθίσταται δύσκολη για τον ασθενή. Συγχρόνως, παράγεται τυπικά υπερβολική δύναμη από τους ευκολότερα δραστηριοποιούμενους και δυνατότερους μυς, τις στιγμές που το άτομο προσπαθεί να εκτελέσει τις απαιτούμενες δραστηριότητες. Επιπρόσθετα, είναι πολύ πιθανό οι συγκεκριμένες προσπάθειες για κίνηση, συνδυαστικά με την βράχυνση των μαλακών μορίων, να αποτελούν σημαντικούς παράγοντες για την ανάπτυξη των παρατηρούμενων παθολογικών “σπαστικών” προτύπων.
Συχνά, η σπαστικότητα είναι πολύ μεγάλη στους καμπτήρες μυς των άνω άκρων, καθώς και στους εκτείνοντες μυς των κάτω άκρων. Ως αποτέλεσμα, στους ασθενείς με ημιπληγία, το άνω άκρο βρίσκεται σε κάμψη στον αγκώνα, τα δάχτυλα και τον καρπό. Συγχρόνως, το κάτω άκρο παραμένει σε έκταση.
Κατά τη διάρκεια του ημιπληγικού βαδίσματος, το ένα κάτω άκρο παρουσιάζει υπερτονία και, συγχρόνως, διαγράφει ημικύκλιο προς τα έξω, ενώ συχνά υπάρχει και σύρσιμο των δαχτύλων. Ο ασθενής που έχει ημιπληγία, περπατάει σε ευρεία βάση καθώς, στις περιπτώσεις που η βάση είναι στενή, χρειάζεται πολύ μεγαλύτερη σταθεροποιητική δραστηριότητα του κορμού. Συγχρόνως, μειώνεται η ταχύτητα του βαδίσματος, εξαιτίας του ότι το πόδι τοποθετείται στο πλάι και όχι μπροστά.